Οι υπηρεσίες μας

Παρέχουμε ολοκληρωμένες λύσεις που καλύπτουν τομείς engineering, εκπαίδευσης και real estate, συνδυάζοντας τεχνική γνώση, εμπειρία και καινοτόμες προσεγγίσεις, ώστε να ανταποκρινόμαστε με συνέπεια στις ανάγκες κάθε έργου και συνεργασίας.

Κατηγορία: Εκπαίδευση

Διαβάστε περισσότερα

Συμμετοχή και Δικαιοσύνη: Το μάθημα του «άδικου» καθηγητή

Με αφορμή την επέτειο της τραγωδίας των Τεμπών και τις εκτεταμένες διαδηλώσεις για απονομή δικαιοσύνης, αναρωτιόμαστε εάν οι μαζική συμμετοχή σε κοινωνικές δράσεις είναι ικανή να διορθώσει τις δυσλειτουργίες της δικαστικής εξουσίας.

του Κωνσταντίνου Παπαλίτσα

Το μάθημα του “άδικου” καθηγητή

Κάποτε ένας καθηγητής πανεπιστημίου κατά τη διάρκεια μιας διάλεξής του, στράφηκε προς το ακροατήριό του και απευθύνθηκε σε μια φοιτήτρια που τον παρακολουθούσε:

-«Σας παρακαλώ να αποχωρήσετε από την αίθουσα», της είπε.

Η φοιτήτρια ξαφνιάστηκε και τον ρώτησε γιατί.

Ο καθηγητής απάντησε σε έντονο ύφος:

-«Δεν θέλω να παρακολουθήσετε το μάθημά μου. Να φύγετε και να μην ξανάρθετε».

Η φοιτήτρια ξαφνιασμένη από την επίθεση και εμφανώς στεναχωρημένη μάζεψε τα πράγματά της και αποχώρησε από την αίθουσα.

Τότε ο καθηγητής στράφηκε προς τους υπόλοιπους φοιτητές του και τους ρώτησε:

-«Γιατί υπάρχουν νόμοι;»

Ένας φοιτητής απάντησε:

-«Για να προστατεύονται τα ανθρώπινα δικαιώματα»

Ένας άλλος είπε:

-«Για να μπορούμε να εμπιστευόμαστε την κυβέρνηση»

Ένας τρίτος ψέλλισε:

-«Για Δικαιοσύνη»

Η τελευταία απάντηση άρεσε στον καθηγητή ο οποίος συνέχισε ρωτώντας:

-«Ήταν άδικο αυτό που έκανα στη συμφοιτήτριά σας;»

Κανένας δεν απάντησε. Οπότε ο καθηγητής ξαναρώτησε:

-«Ήταν άδικο αυτό που έκανα στη συμφοιτήτριά σας;»

Τότε κάποια κεφάλια άρχισαν να γνέφουν καταφατικά.

Ο καθηγητής ξαναρώτησε ακόμη πιο έντονα:

-«Ήταν άδικο αυτό που έκανα στη συμφοιτήτριά σας;»

«Ναι» αποκρίθηκε κάποιος. «Βέβαια» είπε κάποιος άλλος. «Απολύτως» φώναξε ένας τρίτος.

-«Τότε όταν ζήτησα από τη συμφοιτήτριά σας να φύγει γιατί δε μίλησε κανένας; Γιατί κανένας δεν την υπερασπίστηκε;» παραπονέθηκε ο καθηγητής.

-«Σήμερα λοιπόν πήρατε όλοι σας ένα πολύ σημαντικό πρακτικό μάθημα. Δεν αντέδρασε κανείς σας στην αδικία επειδή το συγκεκριμένο συμβάν δεν σας επηρέασε προσωπικά. Αυτή σας όμως η συμπεριφορά είναι ενάντια στη δομή μιας δημοκρατικής κοινωνίας. Το ότι δε σας αγγίζει κάτι τώρα δε σημαίνει ότι δε σας αφορά γενικά, γιατί κάποια στιγμή μπορεί να έρθετε εσείς στη θέση της συμφοιτήτριάς σας και τότε πιστέψτε με θα θέλετε οι συμφοιτητές σας να σας υπερασπιστούν έναντι της καταφανούς αδικίας. Αν δε
βοηθήσετε λοιπόν να έρθει η Δικαιοσύνη μέσω της συμμετοχής σας τότε όταν θα αδικηθείτε οι ίδιοι πολύ πιθανό να μην είναι κανένας εκεί ώστε να σας υπερασπιστεί».

Το συμπέρασμα

Από το παραπάνω παράδειγμα λοιπόνδιαφαίνεται ότι η λειτουργία μιας δημοκρατικής κοινωνίας προασπίζεται με τη μαζική συμμετοχή των πολιτών, οι οποίοι οφείλουν να βάλουν τη συλλογική αντιμετώπιση των γεγονότων πάνω από την ατομική ώστε, να έρθουν τα βέλτιστα αποτελέσματα. Η δικαιοσύνη είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες για να κρατηθεί μια κοινωνία συνεκτική, ώστε οι πολίτες της να μη χάνουν την εμπιστοσύνη τους προς τις ανεξάρτητες αρχές.

Δεν υπάρχει σωστή λειτουργία ενός δημοκρατικού πολιτεύματος χωρίς σωστή λειτουργία της δικαιοσύνης. Η δικαιοσύνη θα μπορούσε να παρομοιαστεί με ένα δέντρο που υπάρχει στην κεντρική πλατεία κάθε πόλης μικρής ή μεγάλης. Όσο το φροντίζουν οι κάτοικοι της, τόσο αυτό θα ανθίζει και θα μεγαλώνει. Όσο αδιαφορούν τόσο θα μαραζώνει και θα ξεραίνεται. Επιπλέον όσο περισσότερο το προστατεύουν, τόσο αυτό θα μπορεί να κάνει τη δουλειά του ανεπηρέαστο, δηλαδή να παράγει οξυγόνο για όλους μας.

Το δέντρο αυτό είναι κοινόχρηστο έτσι μπορούμε όλοι με τη συμμετοχή μας να του προσφέρουμε ασφάλεια γιατί όπως η δικαιοσύνη είναι το εχέγγυο της δημοκρατίας, έτσι και η κοινωνική συμμετοχή και δράση μπορεί να γίνουν τα εχέγγυα της σωστής και εύρυθμης λειτουργίας της δικαστικής εξουσίας.

Φυσικά επ’ ουδενί δεν υποστηρίζουμε ότι πρέπει οι πολίτες να πάρουν το νόμο στα χέρια τους, αλλά μέσω της συμμετοχής τους να ξανά δώσουν ζωή στις τοπικές κοινωνίες και με αυτόν τον τρόπο να υψώθεί ένα τοίχος προστασίας γύρω από τα κοινά αγαθά όπως είναι η δικαιοσύνη, ώστε οι εκπρόσωποί της να μπορούν πραγματικά να λειτουργήσουν ελεύθεροι και ανεπηρέαστοι από εξωγενείς παράγοντες. 

Εσύ τι πιστεύεις; 

Πηγή εικόνας: AJEL – Pixabay

* Το άρθρο φιλοξενήθηκε στην ιστοσελίδα lep.gr

Διαβάστε περισσότερα

Γιατί; (γιατί πάντα έτσι το κάναμε…)

Στο σημερινό άρθρο αναρωτιόμαστε τον τρόπο με τον οποίο «εγκαθίστανται» οι κοινωνικοί κανόνες στο υποσυνείδητο των μελών μιας ομάδας χωρίς κανένα από αυτά να γνωρίζει ουσιαστικά τη σκοπιμότητά τους.

του Κωνσταντίνου Παπαλίτσα

Αρχικά ας δούμε ένα απλοϊκό παράδειγμα που καταδεικνύει τον τρόπο που λειτουργούν οι ανθρώπινες κοινωνίες εδώ και δεκαετίες.

Το παράδειγμα

Μια οικογένεια είχε μαζευτεί γύρω από το Κυριακάτικο τραπέζι. Εγγόνια, παιδιά, παππούδες κλπ. Το μενού είχε ψάρι. Μόλις φέρνει λοιπόν η οικοδέσποινα το ψάρι στο τραπέζι όλοι παρατηρούν ότι λείπει το κεφάλι. Ρωτάει λοιπόν κάποιος τη μαγείρισσα γιατί έκοψε το κεφάλι και αυτή του απαντάει γιατί έτσι το έκανε και η μητέρα της. Γυρίζουν λοιπόν όλοι προς τη μητέρα της που βρισκόταν στο τραπέζι και τη ρωτάνε γιατί κόβουμε το κεφάλι από το ψάρι. Εκείνη απαντάει με τον ίδιο τρόπο, ότι δηλαδή έτσι το έκανε η δική της μητέρα!

Τα βλέμματα όλα πέφτουν πάνω στη γιαγιά που βρισκόταν και εκείνη στο τραπέζι. Μόλις τη ρώτησαν γιατί κόβουμε το κεφάλι από το ψάρι εκείνη με μια αφοπλιστική ειλικρίνεια αποκρίθηκε:

«Εμείς τότε παιδάκια μου είχαμε μικρά τηγάνια, τώρα εσείς γιατί το κάνετε δεν ξέρω!!!».

Παρατηρούμε λοιπόν ότι ένας κανόνας πέρασε από γενιά σε γενιά χωρίς να κατανοούν οι εμπλεκόμενοι τη σκοπιμότητά του.

Τη δεκαετία του 1960 λοιπόν ο Αμερικανός ψυχολόγος Harry Harlow διεξήγαγε ένα πείραμα προσπαθώντας να διερευνήσει τον τρόπο με τον οποίο δημιουργούνται οι διάφορες κοινωνικές νόρμες που επηρεάζουν τη συμπεριφορά των ανθρώπων. Το πείραμα ονομάστηκε «Πείραμα των πέντε πιθήκων».

Το πείραμα

Τοποθέτησε πέντε μικρά πιθηκάκια σε μια αίθουσα και σε μια άκρη έβαλε μια σκάλα και στην κορυφή της σκάλας κρέμασε ένα τσαμπί με μπανάνες. Όταν τα πιθηκάκια όρμησαν να πάρουν τις μπανάνες ένα αυτόματο σύστημα νερού υπό πίεση τα κατάβρεξε με παγωμένο νερό. Μόλις συνήλθαν από την ψυχρολουσία τα πιθηκάκια προσπάθησαν ξανά να πάρουν τις μπανάνες. Το σύστημα και πάλι τους κατάβρεξε με πολλή μεγάλη πίεση. Αυτό επαναλήφθηκε αρκετές φορές μέχρι που τα πιθηκάκια πήραν το μάθημά τους: «δεν ακουμπάμε Τις μπανάνες».

Ακολούθως ο ερευνητής έβγαλε ένα πιθηκάκι από την αίθουσα και έβαλε στη θέση του ένα νέο που δεν ήξερε τι είχε προηγηθεί. Όπως ήταν φυσικό το νέο πιθηκάκι προσπάθησε να ανέβει τη σκάλα για να πάρει τις μπανάνες. Τότε τα υπόλοιπα πιθηκάκια έπιασαν το νέο και άρχισαν να το χτυπούν αποτρέποντάς του να πάρει τις μπανάνες. Το νέο πιθηκάκι έμαθε με αυτόν τον άγριο τρόπο ότι δεν πρέπει να πάρει τις μπανάνες ακόμα και αν δεν είχε υποστεί ποτέ την ψυχρολουσία του παγωμένου νερού.

Στη συνέχεια ο ερευνητής αντικατέστησε ένα ακόμη από τα πρώτα πέντε πιθηκάκια και όταν το νεότερο πιθηκάκι πήγε να πάρει τις μπανάνες τα υπόλοιπα το απέτρεψαν βίαια. Η διαδικασία επαναλήφθηκε έως ότου στην αίθουσα να έχουν αντικατασταθεί τα πέντε αρχικά πιθηκάκια με πέντε νέα. Τα πέντε νέα πιθηκάκια γνώριζαν έναν και μόνο κανόνα: «δεν ακουμπάνε τις μπανάνες». Κανένα όμως από τα πέντε αυτά νέα πιθηκάκια δε γνώριζε το γιατί, καθώς κανένα από αυτά δεν είχε τιμωρηθεί για παραβίαση του κανόνα.

Με τα παραπάνω παραδείγματα παρατηρούμε τον τρόπο με τον οποίο «εγκαθίστανται» κοινωνικοί κανόνες στο υποσυνείδητο των μελών μιας ομάδας χωρίς κανένα από αυτά να γνωρίζει τη σκοπιμότητά τους.

Στην ερώτηση «γιατί το κάνεις αυτό» η πλειοψηφία των ανθρώπων απαντάει «γιατί έτσι το κάνουν όλοι» ή «γιατί πάντα έτσι το κάναμε».

Κατ’ αυτό τον τρόπο όμως διαιωνίζεται μια κοινωνική κατάσταση με συγκεκριμένη κουλτούρα και κανόνες των οποίων η αιτία δημιουργίας ξεχνιέται ή καταντάει ασήμαντη.

Το ότι κάποια πράγματα γίνονται εδώ και πάρα πολύ καιρό με ένα συγκεκριμένο τρόπο, δε σημαίνει ότι αυτός ο τρόπος δεν μπορεί να αλλάξει. 

Εσύ τι πιστεύεις;

Υπάρχει τρόπος να αλλάξουν οι κανόνες χωρίς να διασπαστεί η κοινωνική συνοχή;

Τι ρόλο θα έπρεπε να παίξουν η εκπαίδευση και οι επιστήμες σε μια τέτοια αλλαγή;

Για περισσότερο προβληματισμό μπορείς να ανατρέξεις στα παλαιότερα άρθρα μου: «Όταν το υποκείμενο γίνεται αντικείμενο» και «Ηθική της ε(πιστή)μης και της τεχνο-λογίας»

Πηγή εικόνας: TheDigitalArtist – Pixabay

Διαβάστε περισσότερα

Επιχειρηματικές τακτικές υποβαθμίζουν την παιδεία

Με αφορμή την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς ξεκίνησαν και έντονες διαμαρτυρίες τόσο από την πλευρά των γονέων όσο και από την πλευρά των εκπαιδευτικών σχετικά με τις αλλαγές στις δομές των σχολείων και πιο συγκεκριμένα στις συγχωνεύσεις τμημάτων.

γράφει ο Κωνσταντίνος Παπαλίτσας

Το βασικό επιχείρημα που ακούγεται από την πλευρά των υπευθύνων είναι πως οι συγχωνεύσεις αυτές είναι απόρροια του δημογραφικού προβλήματος καθώς δεν υπάρχουν τόσα πολλά παιδιά όσα άλλες χρονιές.

Μήπως όμως δεν είναι μόνο αυτή η αιτία;

Ο κόσμος των επιχειρήσεων ίσως έχει μια εναλλακτική απάντηση να δώσει. Ας αναλογιστούμε πότε μια επιχείρηση προβαίνει σε συγχωνεύσεις τμημάτων. Όταν είναι μη αποδοτικά ή όταν επιδιώκει να μειώσει το λειτουργικό της κόστος. 

Όσον αφορά το πρώτο σκέλος, το να θεωρείται ότι η συγχώνευση σχολικών τμημάτων είναι πιο αποδοτική σε σχέση με τα μικρά ολιγομελή τμήματα έρχεται σε αντίθεση με την έννοια της εποικοδομητικής μετάδοσης της γνώσης από τους εκπαιδευτικούς και την ενεργητική συμμετοχή των μαθητών. 

Συνεπώς ο στόχος είναι οφθαλμοφανής και είναι η μείωση του κόστους. Λιγότεροι εκπαιδευτικοί, λιγότεροι μισθοί, λιγότερες ασφαλιστικές εισφορές, λιγότερες εγκαταστάσεις προς συντήρηση, λιγότερα έξοδα! Ταυτόχρονα όμως είναι και επικοινωνιακός καθώς μέσω της συγχώνευσης δίνεται η εντύπωση ότι επειδή τα εκπαιδευτικά κενά καθίστανται λιγότερα, καλύπτονται με μεγαλύτερο βαθμό. 

Η λειτουργία των σχολικών μονάδων όμως δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με επιχειρηματικούς όρους καθώς τα σχολεία δεν είναι επιχειρήσεις.

Δυστυχώς, πέρα από την αύξηση του αριθμού των μαθητών στις σχολικές αίθουσες υπάρχουν και άλλες διεργασίες που οδηγούν στη μετατροπή τους σε επιχειρήσεις. Η δομή των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών και ο τρόπος εφαρμογής τους από τους εκπαιδευτικούς εντός της τάξης περιορίζεται από συγκεκριμένες ντιρεκτίβες οι οποίες στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν αποτελούν εμπεριστατωμένες εκπαιδευτικές μεθόδους αλλά πολιτικές αποφάσεις. 

Έννοιες όπως η ελευθερία, η δημιουργικότητα, η εξερεύνηση, η ενεργητική δραστηριότητα καταστρατηγούνται από την παροχή έτοιμων πληροφοριών στο βωμό του απλά να “βγει η ύλη”. Ο ανταγωνισμός που αναπτύσσεται μεταξύ των μαθητών για την καλύτερη επίδοση και μεταξύ των εκπαιδευτικών για το ποιανού οι μαθητές θα αριστεύσουν θυμίζει τρόπους λειτουργίας επιχειρήσεων. Έτσι ο σκοπός της εκπαίδευσης που είναι η δημιουργία μορφωμένων ανθρώπων χάνεται καθώς η αγάπη για μάθηση τείνει να εξαφανιστεί. 

Σε μια επιχείρηση εάν δεν αποδίδει ένα τμήμα, ή συγχωνεύεται ή καταργείται. Ακριβώς η ίδια λογική φαίνεται να επιχειρείται και στις σχολικές μονάδες. Μόνο που σε μια επιχείρηση υπάρχουν και επιπτώσεις λόγω μη αποδοτικότητας όπως μεταθέσεις εργαζομένων ή ακόμα και απομάκρυνσή τους. Εάν τέτοιου είδους επιχειρηματικές τακτικές αρχίζουν να εφαρμόζονται στην εκπαίδευση υποβόσκει ο κίνδυνος να δημιουργηθούν μαθητές δύο ή περισσότερων ταχυτήτων γεγονός που καταργεί στην πράξη το δικαίωμα στη γνώση καθώς και κάθε έννοια ισότητας.

Το δημογραφικό όντως είναι ένα μεγάλο θέμα στη σημερινή κοινωνία αλλά η επιρροή του στην εκπαίδευση μπορεί να διαχειριστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργηθούν περισσότερα μικρά και ευέλικτα τμήματα και η απόδοση μαθητών και εκπαιδευτικών να εκτοξευθεί. Η λήψη των εκπαιδευτικών αποφάσεων με βασικό κριτήριο τη μείωση του κόστους μετατρέπει την παιδεία από δημόσιο αγαθό σε επιχείρηση και μέσω των εκπαιδευτικών διαδικασιών οδηγεί υποσυνείδητα τους εκπαιδευόμενους να δεχτούν αυτή τη μετατροπή ως κάτι το ορθολογικό.  

Το σημερινό σχολείο παρέχει στους μαθητές γνώσεις με ανταλλακτική αξία μαθαίνοντάς τους ουσιαστικά πως να δουλεύουν αποδοτικά για άλλους όταν μεγαλώσουν ενώ στον ελεύθερο τους χρόνο τους υποδεικνύει πως να καταναλώνουν πιο αποδοτικά.

Τι είναι όμως αποδοτικό και τι όχι στο δημόσιο σχολείο τελικά;

Ποιός ο ρόλος του εκπαιδευτικού, του μαθητή και του σχολείου γενικότερα στην εκπαιδευτική διαδικασία;

Μήπως το καπιταλιστικό μοντέλο εκτός από την αγορά εργασίας έχει παρεισφρήσει υπερβολικά και στον τομέα της παιδείας, υποβαθμιζοντας την; 

Ερωτήματα τα οποία πρέπει να τεθούν ευρύτερα στην κοινωνία ώστε να προκύψουν απαντήσεις από τους άμεσα εμπλεκόμενους και όχι μόνο πίσω από κλειστές πόρτες πολιτικών γραφείων.

Η παιδεία πρέπει να ξαναβρεί τη θέση της μεταξύ των δημόσιων αγαθών. Ας μην έχει την κατάληξη που είχε ένα άλλο δημόσιο αγαθό, το νερό, το οποίο ως απόρροια του καπιταλισμού το έχουμε βάλει σε πλαστικά μπουκαλάκια και το εμπορευόμαστε.

Εσύ τι γνώμη έχεις;

Πηγή εικόνας: onlydeadareneutrals – Pixabay

* Το άρθρο φιλοξενήθηκε στην ιστοστελίδα lep.gr

Διαβάστε περισσότερα

Τα βιώσιμα σπίτια αλλάζουν την ελληνική νοοτροπία

Με αφορμή το τελευταίο κύμα καύσωνα και σε συνδυασμό με την αυξημένη ανοικοδόμηση, αναρωτιόμαστε εάν θα αλλάζαμε κάτι στο άρθρο που είχα γράψει πριν μια δεκαετία περίπου για το περιοδικό “ΠΡΑΣΙΝΟ ΣΠΙΤΙ ΚΑΙ ΚΤΙΡΙΟ”.

Το άρθρο παρουσιάζεται αυτούσιο παρακάτω. (Τεύχος 38/2015, σελ. 54-56)

 

Ερχόμενοι στο σήμερα, παρατηρούμε ότι δεν θα αλλάζαμε σχεδόν τίποτα καθώς η ανοικοδόμηση συνεχίζεται ακριβώς με την ίδια νοοτροπία που γινόταν και πριν την περίοδο της κρίσης και όλοι οι εμπλεκόμενοι ενεργούν σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα.

Προφανώς και η νοοτροπία είναι κάτι που αλλάζει πολύ δύσκολα καθώς σχετίζεται με τον τρόπο που μεγάλωσε κάποιος και τα ερεθίσματα και τις εμπειρίες που είχε από μικρός.

Τέλος το γεγονός ότι κατασκευάζονται ενεργειακά αποδοτικά (Α+) ή ακόμα και παθητικά κτίρια δε σημαίνει ότι αυτομάτως είναι και οικολογικά. Για παράδειγμα η αυξημένη θερμομόνωση, η αεροστεγανότητα, και ο μηχανικός αερισμός (με ανάκτηση θερμότητα κατά τα πρότυπα του παθητικού κτιρίου) εφαρμόζονται κατά κύριο λόγο σε συμβατικές κατασκευές που επιδιώκουν να τις κάνουν πιο αποδοτικές.

Σύμφωνα με την παραπάνω νοοτροπία κατασκευής εξακολουθούμε να μην αντιμετωπίζουμε τα κτίρια ως ζωντανούν οργανισμούς που αναπνέουν πράγμα που καταδεικνύει ότι για μια ακόμη φορά η εκπαιδευτική διαδικασία στον τομέα των κατασκευών καθοδηγείται από συγκεκριμένες ντιρεκτίβες και κατ’ αυτόν τον τρόπο περιορίζει τους μελετητές και του κατασκευαστές από το να δημιουργήσουν ελεύθερα και τους βάζει σε ένα νέο κύκλο ανταγωνισμού προς τη λάθος κατεύθυνση.

Εσύ τι γνώμη έχεις;

Πηγή εικόνας: johansenaue – Pixabay

 

Διαβάστε περισσότερα

Οι αριθμοί βοηθούν στην αξιολόγηση; Όχι πάντα.

Η αξιολόγηση με αριθμούς έχει μόνο πλεονεκτήματα;

του Κωνσταντίνου Παπαλίτσα

Μία συχνή φράση στον κόσμο των επιχειρήσεων που λέγεται από managers και team leaders εταιρειών είναι η παρακάτω:

«Αν δε μετράς, δεν μετράς!»

θέλοντας να καταδείξουν την ανάγκη μέτρησης των ενεργειών ενός εργαζόμενου και τα αντίστοιχα αποτελέσματα που φέρνουν αυτές οι ενέργειες. Ως λογική προφανώς και είναι σωστή καθώς μόνο η καταγραφή ενεργειών και αποτελεσμάτων σου δίνει σαφή εικόνα της κατάστασης μιας επιχείρησης και σου επιτρέπει να κάνεις αποδοτική αξιολόγηση και εν συνεχεία να πάρεις στοχευμένες αποφάσεις σχετικά με τα τρωτά της σημεία.

Δεν υπάρχει βελτίωση χωρίς αξιολόγηση και δεν υπάρχει αξιολόγηση χωρίς να έχεις στα χέρια σου μετρήσιμα και συγκρίσιμα στοιχεία.

Στο βωμό όμως της μεγιστοποίησης της παραγωγικότητας οι επιχειρήσεις δεν δίνουν σημασία σε πιθανές παρενέργειες εφαρμογής της παραπάνω μεθόδου που μπορεί να οδηγήσουν σε ανούσιες συγκρίσεις και δημιουργία εργαζόμενων δύο ή και περισσότερων ταχυτήτων με τα αντίστοιχα benefits να πηγαίνουν σε αυτούς που έχουν το μεγαλύτερο score. Το κυνήγι για όσο το δυνατόν μεγαλύτερα νούμερα είναι πρώτης προτεραιότητας, είτε αυτό έχει να κάνει με πωλήσεις (εισαγωγές-εξαγωγές), είτε με αμοιβές και τζίρους, είτε με μέγεθος, είτε με αριθμό επαφών (τηλεφωνήματα-ραντεβού), είτε με engagement στα social media, είτε με διαφημίσεις και πόσα άλλα.

Η καταγραφή και η μετέπειτα σωστή ανάλυση όλων αυτών των δεδομένων είναι από μόνη της μια δύσκολη διαδικασία για κάθε επιχείρηση αλλά τα τελευταία χρόνια με την ανάπτυξη εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης (AI) γίνεται όλο και πιο προσιτή. Το γεγονός αυτό με τη σειρά του ωθεί τις επιχειρήσεις να χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο τη μέθοδο μετρήσεων ενεργειών-αποτελεσμάτων και κατά συνέπεια εκτός από τα θετικά, εντείνονται και οι επιπτώσεις της μεθόδου αυτής.

Η περίοδος που διανύουμε είναι μεταβατική για τον κόσμο των επιχειρήσεων και ο κυριότερος ρόλος των managers (εκτός από το να μετράνε αριθμούς και παραγωγικότητες) είναι να διατηρήσουν την απαιτούμενη συνοχή μεταξύ των εργαζομένων και να μην επιτρέψουν στον εσωτερικό ανταγωνισμό να διασπάσει την ομάδα. 

Από την άλλη το πιο ανησυχητικό είναι ότι ελάχιστοι είναι εκείνοι που αντιδρούν σε μια τέτοια μέθοδο αξιολόγησης καθώς τους φαίνεται απολύτως φυσιολογική η παραπάνω διαδικασία. Αυτό συμβαίνει καθώς εδώ και δεκαετίες εφαρμόζουμε μια παραπλήσια διαδικασία στο εκπαιδευτικό σύστημα. Από τις πρώτες κιόλας σχολικές τάξεις κάθε τρίμηνο τα παιδιά παίρνουν του σχολικούς τους βαθμούς ενώ σε μεγαλύτερες τάξεις έως τις πανεπιστημιακές ή και μετέπειτα σπουδές τους αξιολογούνται μέσω διαγωνισμάτων τα οποία βαθμολογούνται.

Όλοι αυτοί οι βαθμοί όμως είναι νούμερα που ακολουθούν τα παιδιά από μικρή ηλικία και ασυναίσθητα τα διαχωρίζουν μεταξύ τους σε ομάδες (οι άριστοι, οι μεσαίοι, οι αδιάφοροι κλπ). Η σύγκριση είναι αναπόφευκτη και όποιος πάρει βαθμούς πάνω από το μέσο όρο είναι ικανοποιημένος ενώ όποιος είναι χαμηλότερα είναι απογοητευμένος. Η λογική αυτή ακολουθεί τα παιδιά μέχρι την ενήλικη ζωή τους από το ποιό θα γράψει καλύτερα στο διαγώνισμα, ποιό θα πάρει πτυχίο με το μεγαλύτερο βαθμό, ποιό θα αγοράσει το πιο ακριβό κινητό, ποιό θα έχει τους περισσότερους followers και η λίστα είναι μακριά.

Πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν σχετικά με τη βελτίωση της συγκεκριμένης μεθόδου αξιολόγησης, όπως π.χ. η αλλαγή κλίμακας, αλλά το πιο σημαντικό είναι ο τρόπος διεξαγωγής της, καθώς κάθε διαδικασία αξιολόγησης πρέπει να είναι αμφίδρομη. Για να αξιολογήσει ο Α τον Β σημαίνει ότι μεταξύ τους υπάρχει κάποια σύνδεση και μέσω αυτής της σύνδεσης μπορεί και ο Β υπό κάποιες προϋποθέσεις να αξιολογήσει τον Α.

Στον κόσμο των επιχειρήσεων το παραπάνω δεν υφίσταται ούτε ως ενδεχόμενο καθώς η αξιολόγηση γίνεται πάντα από πάνω προς τα κάτω. Στον εκπαιδευτικό τομέα οι εκπαιδευτές αντιδρούν στον προτεινόμενο τρόπο αξιολόγησής τους αλλά οι ίδιοι συνεχίζουν να αξιολογούν τους εκπαιδευόμενους (παιδιά) μέσω αριθμών (βαθμοί).

Τα παιδία όμως δεν είναι αριθμοί και δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως τέτοιοι.

Η πραγματική αξιολόγηση μπορεί να έρθει από τους αποδέκτες των αποτελεσμάτων των ενεργειών κάποιου και τα παιδιά είναι σε θέση να δείξουν το δρόμο προς αυτή την κατεύθυνση εάν τα αφήσεις ελεύθερα να εκφραστούν και να συνεργαστούν.

Μόνο σε μια τέτοια περίπτωση είναι δυνατή η ταυτόχρονη βελτίωση τόσο του αξιολογητή όσο και του αξιολογούμενου και να περάσει αυτή η νοοτροπία από τον εκπαιδευτικό τομέα στον επιχειρηματικό και στην αξιοποίηση των αριθμών στο βωμό όχι πλέον της μεγιστοποίησης (maximization) αλλά της βελτιστοποίησης (optimization).

Εσύ τι γνώμη έχεις;

Πηγή εικόνας: merhanhaval22-Pixabay 

Διαβάστε περισσότερα

Τα όνειρά μας ιδιωτικά, τα πανεπιστήμια δημόσια;

Δημόσια vs Ιδιωτικά Πανεπιστήμια. Ποιός θα υπερισχύσει;

του Κωνσταντίνου Παπαλίτσα

Ιδιωτικά Πανεπιστήμια. Ένα θέμα που επανέρχεται κατά καιρούς στο δημόσιο διάλογο. Έχουν ασχοληθεί μαζί του διάφοροι υπουργοί προσπαθώντας να ικανοποιήσουν τις δεσμεύσεις της εκάστοτε κομματικής ατζέντας.

Ένα θέμα που έχει ορκισμένους εχθρούς από τη μία αλλά και ένθερμους υποστηρικτές από την άλλη. Είναι από τα λίγα θέματα που χωρίζουν την κοινωνία σε δύο πλειοψηφικά ρεύματα χωρίς κανένα να υπολείπεται του άλλου.

Ένα θέμα για το οποίο δεν υπάρχει κάποια εξέλιξη όλα αυτά τα χρόνια καθώς η οποιαδήποτε αλλαγή αντίκειται στο άρθρο 16 του συντάγματος το οποίο αναφέρει στην παρ. 5: ¨H ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Tα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του κράτους, έχουν δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους που αφορούν τους οργανισμούς τους. Συγχώνευση ή κατάτμηση ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μπορεί να γίνει και κατά παρέκκλιση από κάθε αντίθετη διάταξη, όπως νόμος ορίζει.”. Επιπλέον το άρθρο 8 αναφέρει ρητά ότι: “H σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται.”

Το να θεσμοθετηθεί λοιπόν με ένα νομοσχέδιο η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων είναι προφανώς αντισυνταγματικό γι’ αυτό και οι κυβερνήσεις επιστρατεύουν κατά καιρούς καταξιωμένους συνταγματολόγους να μας πείσουν για το αντίθετο. Χαρακτηριστικό πρόσφατο παράδειγμα οι κ. Βενιζέλος και Σκουρής οι οποίοι με άρθρο τους σε πανελλαδικής εμβέλειας εφημερίδα πριν περίπου ένα μήνα προσπάθησαν να πείσουν τους αναγνώστες τους ότι πρέπει να γίνει μια πιο σύγχρονη ερμηνεία του άρθρου 16 με βάση την αρχή της αναλογικότητας η οποία να συμβαδίζει με το ευρωπαϊκό δίκαιο περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και περί επιχειρηματικής και ακαδημαϊκής ελευθερίας.

Ακολουθώντας αυτή τη λογική θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι αφού από τη μία υπάρχουν ιδιώτες που θέλουν να παρέχουν αυτού του είδους την εκπαιδευτική υπηρεσία και από την άλλη υπάρχουν πολίτες που θέλουν να πληρώσουν για αυτή, που είναι το πρόβλημα;

Το ζήτημα όμως δεν είναι τόσο συνταγματικό όσο πιο πολύ ηθικό. Το σύνταγμα μπορεί να αναθεωρηθεί σε διάφορα σημεία του ώστε να εκσυγχρονιστεί στα πρότυπα του ευρωπαϊκού δικαίου. Και όντως ίσως θα πρέπει να επιταχυνθούν οι διαδικασίες συνταγματικών αναθεωρήσεων αλλά εδώ το πρόβλημα φαντάζει δυσεπίλυτο καθώς μπαίνουν και άλλες συνιστώσες στην εξίσωση.

Και τα επιχειρήματα μέσω ερωτήσεων συνεχίζονται: “Μα αφού τα μη κρατικά ιδρύματα πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι συνταγματικά αναγνωρισμένα γιατί δεν μπορεί να γίνει το ίδιο και με αυτά της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης;” Η απάντηση έγκειται στο ρόλο που έχει η τριτοβάθμιας εκπαίδευση σε σχέση με τις υπόλοιπες βαθμίδες της και ο οποίος περιλαμβάνει εκτός από τη μετάδοση της γνώσης και την παραγωγή νέας μέσω της έρευνας. Γι’ αυτό και οι καθηγητές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης διδάσκουν λιγότερες ώρες από αυτούς της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας. Το ερώτημα είναι ποιός ιδιώτης είναι διατεθειμένος να πληρώσει του ακαδημαϊκούς ένα σεβαστό ποσό για να διδάσκουν μόνο λίγες ώρες και τον υπόλοιπο χρόνο να παράγουν έργο μέσω της έρευνας χωρίς να είναι σίγουροι ότι το αποτέλεσμα της έρευνας θα έχει οικονομικό όφελος για τους ίδιους και την επιχείρησή τους (ιδιωτικό πανεπιστήμιο);.

Και αυτό είναι το σημείο κλειδί. Ότι όσες ανώτατες ιδιωτικές εκπαιδευτικές δομές ιδρυθούν είναι πολύ πιθανό να μην περιοριστούν στην καθαρή λειτουργία τους ως επιχειρήσεις, δηλαδή τα έσοδά τους να προκύπτουν μόνο από τα δίδακτρα των φοιτητών τους αλλά να διεκδικήσουν κομμάτι από την πίτα των κρατικών επιχορηγήσεων όπως γίνεται για παράδειγμα στην άλλη άκρη του Ατλαντικού (φοιτητικά επιδόματα και φοροαπαλλαγές για φοίτηση σε ιδιωτικά πανεπιστήμια κλπ). Και προφανώς οι κυβερνώντες που κάνουν τα αδύνατα δυνατά για την εγκατάσταση ιδιωτικών πανεπιστημίων δεν θα τους αρνηθούν το κομμάτι αυτό. Δημιουργείται έτσι ένα σύστημα αναδιανομής πλούτου που θα τεστάρει την ανθεκτικότητα των δημόσιων πανεπιστημίων σε μια διαρκή προσπάθεια υποτίμησης τους.

Όταν όμως η εκάστοτε κυβέρνηση καλείται να διαχειριστεί τα χρήματα των φορολογούμενων Ελλήνων είναι λογικο να προκύψουν και ηθικές ενστάσεις σχετικά με θέματα δικαιοσύνης, διαφάνειας και να τεθεί εν αμφιβόλω η επικαλούμενη αρχή της αναλογικότητας. Προφανώς ένα ιδιώτης για να υποστηρίξει το project των ιδιωτικών πανεπιστημίων μόνος του θα πρέπει να αυξήσει υπέρογκα τα δίδακτρα, διαφορετικά θα επιδιώξει με τις πλάτες της κυβέρνησης να στείλει το λογαριασμό στους φορολογούμενους πολίτες.

Η αγοραία αντίληψη της κυβέρνησης ότι τα πάντα πρέπει να έχουν μια τιμή δύναται να οδηγήσει σε δημιουργία πτυχίων διαφόρων αντιτίμων αναλόγως της οικονομικής επιφάνειας του εκάστοτε υποψήφιου φοιτητή.  Και βέβαια επειδή τα πτυχία αυτά θα έχουν προέλθει από αναγνωρισμένα ιδιωτικά πανεπιστήμια, θα είναι ισάξια με τα αντίστοιχα πτυχία των κρατικών πανεπιστημίων, δημιουργώντας έτσι δύο κοινωνικές ομάδες πτυχιούχων. Γίνεται σαφές ότι μεταξύ των δύο αυτών κοινωνικών ομάδων δεν μπορεί να υπάρξει υγιείς ανταγωνισμός ούτε πνεύμα συνεργασίας για το καλό της χώρας.

Η ανώτατη εκπαίδευση είναι μία από λίγες εναπομείνασες κρατικές δομές στις οποίες δεν έχει διεισδύσει ο ιδιωτικός τομέας αλλά δυστυχώς για μία ακόμη φορά τίθεται εν αμφιβόλω η αξία και το επίπεδο της μόρφωσης.

Το ποιός θα υπερισχύσει αυτή τη φορά μένει να το δούμε. Πάντως τόσο η κυβέρνηση όσο και οι επιχειρηματίες του μέλλοντος θα πρέπει να γνωρίζουν ότι ο ορθός τρόπος ανάπτυξης περιλαμβάνει τη συνεργασία με επιστήμονες κατάλληλα καταρτισμένους και η όποια υπόνοια ότι οι τελευταίοι έχουν λάβει το πτυχίο τους επειδή κατέβαλαν το ζητηθέν αντίτιμο θα πρέπει να εξαφανίζεται άμεσα.

Δυστυχώς, για την ώρα, η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων φαίνεται ότι μόνο κακό μπορεί να κάνει στην ελληνική κοινωνία καθώς το εκπαιδευτικό σύστημα οφείλει να βρει πρώτα λύση σε χρόνιες παθογένειες όπως τα δύσκαμπτα και ανεπίκαιρα προγράμματα σπουδών, η ελλιπής χρηματοδότηση, το συνεχώς μειούμενο διδακτικό προσωπικό, ο νέος ρόλος των εκπαιδευτικών κ.α. (Για περισσότερες πληροφορίες μπορείς να διαβάσεις το σχετικό άρθρο του blog με τίτλο: Όταν το υποκείμενο γίνεται αντικείμενο)

Εσύ τι γνώμη έχεις;

Πηγή εικόνας: 12019 – Pixabay

*Το άρθρο φιλοξενήθηκε και στην ιστοσελίδα www.lep.gr

Διαβάστε περισσότερα

Δεν φοβάμαι εγώ…έχω Άδεια!

του Κωνσταντίνου Παπαλίτσα,

Άδεια δόμησης, άδεια λειτουργίας, άδεια κυκλοφορίας, άδεια διακοπών και πόσα ακόμα είδη αδειών μπορεί να συναντήσει κάποιος τόσο σε προσωπικό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο. Γιατί υπάρχουν όμως όλα αυτά τα είδη αδειών και τι προσφέρουν τελικά;

Ας ξεκινήσουμε πρώτα από την ετοιμολογία της λέξης άδεια. Η λέξη άδεια λοιπόν όσο και αν φαίνεται περίεργο είναι σύνθετη λέξη! Προκύπτει από το στερητικό «α» και την λέξη «δέος». Συνεπώς αυτός που έχει άδεια είναι αυτός που δε φοβάται!

Άμεσα όμως γεννιέται το επόμενο ερώτημα: Τι, ποιόν και γιατί να φοβάται;

Πρώτη και πιο απλή απάντηση είναι ότι δεν χρειάζεται να φοβάται τους νόμους κάποιος που έχει στην κατοχή του μια άδεια η οποία εκδόθηκε από την αντίστοιχη αρμόδια υπηρεσία και θεωρείται ότι πληροί όλες τις απαιτήσεις που θέτει η εκάστοτε νομοθεσία.

Οι νόμοι κάθε κράτους όμως ψηφίζονται ώστε να εφαρμοστούν στην πράξη οι κατά περίπτωση κανονισμοί ή οδηγίες που απαιτούνται τόσο για τη μελέτη και τον προγραμματισμό όσο και για την υλοποίηση οτιδήποτε μπορεί να χαρακτηριστεί ως project. Με μια δεύτερη ανάγνωση λοιπόν η ύπαρξη άδειας συνεπάγεται την εναρμόνιση του κατόχου της με τις εκάστοτε ισχύουσες κανονιστικές διατάξεις οι οποίες ως κύριο μέλημα έχουν την ασφάλεια και ως δευτερεύον την βελτιστοποίηση κόστους και πόρων.

Επομένως σύμφωνα με τα παραπάνω ο κάτοχος κάποιας άδειας δεν έχει κάτι να φοβάται σε ενδεχόμενο έλεγχο των αρμοδίων καθώς βάσει της άδειάς του καλύπτει όλες τις απαιτήσεις τόσο της νομοθεσίας όσο και των κανονισμών.

Όλα καλά μέχρι εδώ.

Τα προβλήματα ξεκινούν όμως σε δύο άλλα κρίσιμα σημεία που αφορούν την ίδια τη διαδικασία έκδοσης των απαιτούμενων αδειών. Το πρώτο είναι ποιος έχει, ή μάλλον, ποιος πρέπει να έχει την αρμοδιότητα να εκδώσει μια άδεια και το δεύτερο ποιος είναι σε θέση να ελέγξει την ορθότητα της άδειας αυτής.

Θα μπορούσε λοιπόν να πει κάποιος και πάλι απλοϊκά σκεπτόμενος ότι αρμόδιος να εκδώσει ή/και να ελέγξει μια άδεια είναι αυτός που έχει βάσει νόμου τον αντίστοιχο επαγγελματικό δικαίωμα. Το θέμα είναι όμως ότι η κατοχή ενός επαγγελματικού δικαιώματος δεν συνεπάγεται και κατοχή των απαιτούμενων γνώσεων ώστε να ολοκληρωθεί σωστά η διαδικασία έκδοσης και ελέγχου. Το ότι έχει δηλαδή κάποιος ένα πτυχίο ή μια μεταπτυχιακή εξειδίκευση σε έναν τομέα δεν αποδεικνύει από μόνο του την ικανότητα του κατόχου. Εάν αυτές οι ικανότητες δεν δοκιμαστούν στην πράξη ώστε να αποδειχθεί η αποτελεσματικότητά τους, απλά παραμένουν λέξεις γραμμένες σε ένα χαρτί.

Μα θα πει κάποιος εγώ έδωσα εξετάσεις, πέρασα τα μαθήματα, εκπόνησα διπλωματική εργασία, πήρα το πτυχίο μου, έκανα μεταπτυχιακό κλπ.  Πόσοι και πόσοι όμως πτυχιούχοι με ένα σορό εξειδικεύσεις και πιστοποιήσεις δεν ήξεραν από να αρχίσουν μόλις τους ανατέθηκε το πρώτο τους project;

Με τον καιρό όμως, αφού ολοκληρώθηκε το πρώτο τους project, ήρθε το δεύτερο, το τρίτο και άρχισε να αποκτάται μια ροή και μια εμπειρία για το πως εφαρμόζονται οι γνώσεις και οι ικανότητες στην πράξη. Πιο σημαντικό δηλαδή από το να γίνει κάποιος επιστήμονας είναι να μπορεί να μετατρέπει τις αποκτώμενες γνώσεις του σε εφαρμοσμένη επιστήμη ώστε να προσφέρει τόσο στον εαυτό του όσο και στην κοινωνία.

Επανερχόμενοι λοιπόν στο κομμάτι των αδειών παρατηρούμε ότι το κομμάτι του ελέγχου των απαιτούμενων δικαιολογητικών (μελέτες, πιστοποιητικά, εγκρίσεις κλπ) από τις αρμόδιες υπηρεσίες συνεχώς φθίνει και τείνει να παραληφθεί εντελώς σε κάποιες περιπτώσεις μεταθέτοντας την αρμοδιότητα αυτή σε ιδιώτες χωρίς προηγουμένως να έχει πιστοποιηθεί η επάρκειά τους να εκτελέσουν την διαδικασία αυτή. Η δυνατότητα λοιπόν έκδοσης διοικητικών πράξεων (κάθε άδεια είναι διοικητική πράξη και οφείλει να φέρει σφραγίδα του ελληνικού κράτους) από ιδιώτες μέσω αυτοματοποιημένων ηλεκτρονικών συστημάτων αντί να οδηγήσει σε απλοποίηση των διαδικασιών υπάρχει κίνδυνος να οδηγήσει σε παρεκκλίσεις τόσο της νομοθεσίας όσο και των κανονισμών είτε εσκεμμένα είτε λόγω άγνοιας.

Παρεκκλίσεις βέβαια από τη νομοθεσία και τους κανονισμούς (είτε εσκεμμένα είτε από άγνοια) μπορεί κάλλιστα να γίνουν και από τους υπαλλήλους των αρμόδιων υπηρεσιών γι΄ αυτό και θα πρέπει η πολυσυζητημένη αξιολόγηση να γίνεται σε όρους εφαρμογής στην πράξη των νόμων και των κανονισμών και όχι ως απλό τσεκάρισμα γενικών επιστημονικών γνώσεων που δεν έχουν καμία πρακτική εφαρμογή. Διότι αξιολόγηση γνώσεων και ικανοτήτων δε μπορεί να γίνει μόνο με ένα γραπτό διαγώνισμα στο οποίο θα μπει μια βαθμολογία που θα κατηγοριοποιήσει τους συμμετέχοντες σε άριστους, επαρκείς και μη επαρκείς.

Συνεπώς μήπως ο τελικός αποδέκτης μιας ά-δειας θα πρέπει να φοβάται λιγάκι; Σαφώς και όχι γιατί τότε η λέξη άδεια θα έχανε το νόημά της, αλλά λόγω των συνεχών αλλαγών και μετάθεσης αρμοδιοτήτων οφείλουμε όλοι μας να είμαστε περισσότερο υποψιασμένοι σχετικά με κάθε άδεια που καταφέρνουμε και λιγότερο ή περισσότερο κόπο να πάρουμε στα χέρια μας.

Εσύ τι γνώμη έχεις;

Πηγή εικόνας: https://pixabay.com/el/users/geralt-9301/

Διαβάστε περισσότερα

Όταν το υποκείμενο γίνεται αντικείμενο

του Κωνσταντίνου Παπαλίτσα,

Μία από τις κλασικότερες ασκήσεις που καλούνται τα παιδιά να αντιμετωπίσουν από τα πρώτα χρόνια της σχολικής τους ζωής είναι να μπορούν να αναγνωρίζουν το «υποκείμενο» και το «αντικείμενο» μέσα σε μια πρόταση. Πιο συγκεκριμένα για να υπάρχει «υποκείμενο» και «αντικείμενο» θα πρέπει να υπάρχει μια ενέργεια, ένα ρήμα δηλαδή που να δείχνει ότι κάποιος κάνει κάτι. «Υποκείμενο» δηλαδή είναι η λέξη που δείχνει ποιος κάνει την ενέργεια και «αντικείμενο» είναι η λέξη που δείχνει που πηγαίνει η ενέργεια αυτή.

Τι συμβαίνει λοιπόν όταν οι ρόλοι αντιστρέφονται;

Ας εξετάσουμε το παράδειγμα της ίδιας της εκπαίδευσης.

Όπως σε όλους τους τομείς που συνθέτουν μια κοινωνία έτσι και στον τομέα της εκπαίδευσης υπάρχουν διασταυρούμενες απόψεις σχετικά με το εάν οι διαδικασίες που υιοθετούνται ικανοποιούν το σκοπό ύπαρξης.

Για να απαντηθεί το παραπάνω ερώτημα θα πρέπει πρώτα να οριστεί ο σκοπός ύπαρξης της εκπαίδευσης. Φυσικά και έχουν δοθεί πολλοί ορισμοί αλλά θα μπορούσαμε να πούμε με απλά λόγια ότι εκπαίδευση είναι μια διαδικασία που σου παρέχει γνώσεις τις οποίες δεν κατείχες προγενέστερα και εν συνεχεία σε αφήνει ελεύθερο να τις εφαρμόσεις μέσα στα πλαίσια μιας οργανωμένης κοινωνίας. Η εκπαίδευση λοιπόν με απλά λόγια στοχεύει στη δημιουργία μορφωμένων ανθρώπων.

Και όπως πολύ σωστά είχε πει και ο Αϊνστάιν μόρφωση είναι ό,τι απομένει όταν κάποιος ξεχάσει αυτά που έμαθε στο σχολείο. Δυστυχώς όμως οι διαδικασίες που ακολουθούνται ακόμη και σήμερα στα σχολεία είναι η στείρα παροχή έτοιμων πληροφοριών. Και το πράγμα γίνεται ακόμη χειρότερο αν σκεφτεί κανείς ότι έχει επικρατήσει η άποψη πως η σχολική αυθεντία παρέχει όλες τις απαιτούμενες γνώσεις στους μαθητές ώστε οι τελευταίοι να επιβιώσουν κοινωνικά και οτιδήποτε παρεκκλίνει από την παραπάνω συλλογιστική θεωρείται αποτυχία για την οποία ευθύνεται αποκλειστικά και μόνο ο μαθητής που δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί τις απαιτήσεις. Το όποιο πρόβλημα λοιπόν των εκπαιδευτικών μεθόδων που εφαρμόζονται μετακυλίεται από την εκπαιδευτική διαδικασία στο άτομο και η σχολική αποτυχία εκλαμβάνεται από το μαθητή ως ατομική αποτυχία. Αντίθετα επιτυχία θεωρείται η αριστεία με την έννοια της πρωτιάς μέσω του ακραίου ανταγωνιστικού χαρακτήρα της εκπαίδευσης.

Έτσι λοιπόν οι μαθητές μετατρέπονται από υποκείμενα της διαδικασίας μάθησης σε αντικείμενα που απλά ενσωματώνουν μασημένες γνώσεις οι οποίες θα έχουν ανταλλακτική αξία στη σύγχρονη κοινωνία που ζούμε. Με τον τρόπο αυτό φυσικά διαιωνίζονται μακροχρόνια κοινωνικά προβλήματα που κανείς δεν ενδιαφέρεται να επιλύσει και κυρίως αναπαράγονται οι ήδη υπάρχουσες κοινωνικές ανισότητες καθώς οι μαθητές διαπλάθονται ώστε να καταλάβουν τις κατάλληλες θέσεις που θα διατηρήσουν το ισχύον κοινωνικό μοντέλο.

Εξάλλου αυτή φαίνεται ότι είναι και η στόχευση όσων λαμβάνουν τις απαιτούμενες αποφάσεις καθώς ελάχιστοί είναι αυτοί που χρησιμοποιούν τη φράση εκπαιδευτική διαδικασία αλλά οι περισσότεροι αναφέρονται στον όρο εκπαιδευτικό σύστημα. Το γεγονός αυτό από μόνο του υποδεικνύει ότι αντιμετωπίζουν την εκπαίδευση ως μέρος ενός ευρύτερου κοινωνικού συστήματος που εφαρμόζεται εδώ και αρκετές δεκαετίες.

Γι’ αυτό και στο σχολείο δε διδάσκονται (παρόλο που συζητιούνται όλο και πιο έντονα) μαθήματα σχετικά με την απόκτηση οικονομικής παιδείας, σχετικά με το πως θα γίνουμε σωστοί γονείς, πως θα κατοικούμε αποδοτικά στις κατοικίες μας κ.α. τα οποία θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια εντελώς διαφορετική αντιμετώπιση προβλημάτων όπως η οικονομική κρίση, η ενδοοικογενειακή βία, η κλιματική αλλαγή κλπ.

Η φύση όμως μιας εκπαιδευτικής διαδικασίας (και όχι εκπαιδευτικού συστήματος) δεν είναι η αποδοχή του κοινώς αποδεκτού αλλά ο συνδυασμός των αποκτώμενων γνώσεων ώστε να προκύψει κάτι νέο. Οι μεγάλες ανακαλύψεις που άλλαξαν την κοινωνία ήρθαν όταν κάποιος τόλμησε να εφαρμόσει τις γνώσεις που είχε με διαφορετικό τρόπο από τον προβλεπόμενο. Πολλές φορές ακούμε τη φράση «άστο μην το παιδεύεις, κάνε το όπως οι προηγούμενοι, έτσι γίνεται» και οι περισσότεροι απαντάνε «α αφού έτσι γίνεται οκ». Σπάνια ακούς κάποιον να αναρωτιέται «ρε παιδιά γιατί γίνεται έτσι; Γιατί δεν δοκιμάζουμε να το κάνουμε κάπως αλλιώς;».  Λέγεται ότι ο Τόμας Έντισον πριν καταφέρει να βρει τον τρόπου που ανάβει η λάμπα είχε αποτύχει 1000 φορές. Και όταν τον ρώτησαν πως και δεν τα παράτησε τους είπε ότι βρήκε 1000 τρόπους με τους οποίους δεν ανάβει μια λάμπα!

Το παραπάνω παράδειγμα δείχνει ότι υπάρχει και ένας άλλος τρόπος σκέψης πιο δημιουργικός, όπου κυριαρχεί η αγάπη για μάθηση. Δυστυχώς όμως αυτού του είδους ο τρόπος σκέψης δεν καλλιεργείται στο σημερινό σχολείο. Κάθε φορά που οι μαθητές παίρνουν τους βαθμούς τους όλοι τους εύχονται καλή πρόοδο. Η πρόοδος όμως προκύπτει μόνο μέσα από την ενεργητική δραστηριότητα, την αμφισβήτηση των αυθεντιών και την έκθεση ερωτημάτων σε ένα πιο δημοκρατικό και συμμετοχικό εκπαιδευτικό μοντέλο.

Η πρόοδος επιτυγχάνεται όταν το εκπαιδευτικό μοντέλο έχει ως επίκεντρο αποκλειστικά και μόνο τον εκπαιδευόμενο, μόνο δηλαδή όταν οι μαθητές από αντικείμενα ξαναγίνουν υποκείμενα τις διαδικασίας μάθησης.

Εσύ τι γνώμη έχεις;

Πηγή εικόνας: https://pixabay.com/el/users/klimkin-1298145/

*Το άρθρο αναδημοσιεύθηκε στις ιστοσελίδες 

revaluation.gr 

flowmagazine.gr